- Κομσομόλ
- ησύντμηση τής ονομασίας τής Κομμουνιστικής Ένωσης Νεολαίας τής πρώην ΕΣΣΔ.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. Komsomol < ρωσ. αρκτικόλεξο Komsomol (KOMmunisticheskiĭ SOyuz MOLodezhi «Κομμουνιστική Ένωση Νεολαίας»)].
Dictionary of Greek. 2013.